Ὁ ὅσιος Σισώης ἔζησε τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀνήκει στὴν πρώτη γενιὰ μεγάλων ἀσκητῶν ποὺ ἀκολούθησε τὸ Μέγα Ἀντώνιο. Στὰ ἀσκητικὰ & τὰ ἁγιολογικὰ κείμενα χαρακτηρίζεται Ὅσιος (=ἅγιος μοναχὸς) Σισώης ἢ Ἀββὰς (=πατέρας) Σισώης.
Ἡ βιογραφία του, μὲ συντομία:  Ὁ Ὅσιος Σισώης ἔλαμψε μὲ τὴν πνευματική του σύνεση, τὴν ταπεινοφροσύνη, τὴ φιλαδελφία καὶ τὸ ἐνδιαφέρον του στὸ νὰ ἐπιστρέψει καὶ ἕνα μόνο ἁμαρτωλό.
Μεταξὺ τῶν ἀσκητῶν ἀναδείχτηκε ὀνομαστὸς καὶ μέγας, ἀθλητὴς τῆς πρώτης γραμμῆς, τύπος ἐγκρατείας, ἀλλὰ καὶ ψυχὴ ποῦ προσευχόταν γιὰ δικαίους καὶ ἀδίκους, πλούσιους καὶ φτωχούς, ἄρχοντες καὶ ἰδιῶτες, κληρικοὺς καὶ λαϊκοὺς καὶ γενικὰ... γιὰ ὅλο τὸν κόσμο.
Στὴ γῆ ἦταν, ἀλλὰ ἡ ζωὴ τοῦ ἦταν οὐράνια. Ὑψωμένος πάνω ἀπὸ τὴ σάρκα, ποὺ χαλιναγωγοῦσε τέλεια μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὴ θεία κοινωνία τοῦ σώματος καὶ τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ. Ἡ μνήμη τοῦ μένει ὑπόδειγμα σ’ ὅσους θέλουν τὴν ἀσκητικὴ ζωή, γιὰ νὰ εἶναι γνήσιοι καὶ πραγματικοὶ ἀσκητές, ὄχι μόνο μὲ τὴν ἀντοχὴ τοῦ σώματος, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν πνευματικὴ ἀναγέννηση καὶ τὴ λάμψη τῆς ἀρετῆς. 

Ὁ ἅγιος Σισώης στὸν τάφο τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου 
Ἀπὸ τὴ βιογραφία τοῦ ἁγίου ἕνα περιστατικὸ ἔγινε ἰδιαίτερα γνωστὸ καὶ ἀπεικονίστηκε πολλὲς φορὲς στὶς ὀρθόδοξες εἰκόνες: ἡ ἐπίσκεψή του στὸν τάφο του Μεγάλου Ἀλεξάνδρου. 
Ἐκεῖ ὁ ἅγιος συνειδητοποίησε βαθύτατα τὴ ματαιότητα τῆς γήινης δόξας καὶ τῆς βασιλικῆς ἐξουσίας καὶ θρήνησε γιὰ τὴν κοινὴ μοίρα τῶν ἀνθρώπων, τὸ θάνατο. Τότε φιλοσόφησε γιὰ τὸ θάνατο καὶ τὴ ζωή, τὰ προσωρινὰ καὶ τὰ αἰώνια. Ἡ φιλοσοφία αὐτὴ τοῦ ἁγίου Σισώη, καὶ ὅλων τῶν Πατέρων τῆς ὀρθόδοξης πνευματικῆς κληρονομιᾶς, δὲν εἶναι λιγότερο σημαντικὴ ἀπὸ τὴ φιλοσοφικὴ στάση τοῦ Διογένη π.χ. (τὸν ὁποῖο, ὡς γνωστόν, εἶχε θαυμάσει ὁ Μ. Ἀλέξανδρος) ἢ ἀπὸ τὴ φιλοσοφία ὡς «μελέτη θανάτου» κατὰ τὸν Πλάτωνα. 

Στὴν ἀπεικόνιση τοῦ ἐπεισοδίου βλέπουμε δύο δόξες: τὴ γήινη δόξα τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἔγινε ταυτόχρονα Μεγάλος Βασιλιὰς (τῆς Περσίας), Φαραὼ τῆς Αἰγύπτου καὶ Βασιλιὰς τῶν Ἰνδιῶν – ἀλλὰ μαράθηκε καταλήγοντας σ’ ἕνα τάφο – καὶ τὴν οὐράνια δόξα τοῦ ἁγίου, ποὺ εἶναι γεμάτη φῶς καὶ μένει στοὺς αἰῶνες. Ὑπόψιν ὅτι ἡ θέωση (ἡ ἕνωση μὲ τὸ Θεὸ ἐν Χριστῷ καὶ ἡ πλήρης μεταμόρφωση τοῦ ἀνθρώπου σὲ θεῖο ὂν) ὀνομάζεται στὴν Ἁγία Γραφὴ «δοξασμός», δήλ. φωτισμὸς (στὴν Ἁγία Γραφὴ ἡ λ. δόξα ἔχει καὶ τὴν κοινὴ ἔννοια, ἀλλὰ σημαίνει καὶ φῶς). 

Ἔνδοξος λοιπὸν εἶναι ὁ ἅγιος, κάθε ἅγιος, καὶ ἡ εἰκόνα τοῦ προτείνει ἕνα δρόμο καὶ ἕνα παράδειγμα πρὸς μίμηση γιὰ κάθε ἄνθρωπο ποὺ ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴν ἀληθινὴ ἐλευθερία καὶ τὴ ζωή.

http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/